Λοκάρνο

Λοκάρνο
(γαλλ. και ιταλ. Locarno, γερμ. Luggarus). Πόλη (14.300 κάτ. το 2001) της νότιας Ελβετίας, στο καντόνι του Τιτσίνο ή Τεσέν. Βρίσκεται στο βόρειο άκρο της λίμνης Ματζόρε, στο σημείο όπου εκβάλλει στη λίμνη ο ποταμός Μάτζα, και είναι κυρίως τουριστικό κέντρο για θερινή και χειμερινή διαμονή. Από τα πιο χαρακτηριστικά μνημεία του είναι ο πύργος, ο οποίος σήμερα αποτελεί μικρό τμήμα του αρχικού κτίσματος του 14ου αι. που είχαν ανεγείρει οι Βισκόντι, η εκκλησία του Αγίου Βίκτορα του 12ου αι., που ανακαινίστηκε όμως σημαντικά τον 17o αι., και στα περίχωρα, σε ωραία πανοραμική θέση, ο ναός της Παναγίας ντελ Σάσο του 15ου αι. Κοντά στο Λ. βρίσκεται η Ασκόνα, ονομαστός τόπος παραθερισμού, όπου υπάρχουν παρεκκλήσι του 16ου αι. και η εκκλησία της Σάντα Μαρία του 15ου αι. Σύμφωνο του Λ. Η συνθήκη αυτή τοποθετείται στο πλαίσιο της μεταβολής των γαλλογερμανικών σχέσεων κατά την περίοδο 1924-30. Με πρωτοβουλία του Αριστίντ Μπριάν και του Γκούσταφ Στρέζεμαν, υπουργών Εξωτερικών της Γαλλίας και της Γερμανίας αντίστοιχα, οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών –που εξακολουθούσαν να είναι τεταμένες από την εποχή του Α’ Παγκοσμίου πολέμου– είχαν σταδιακά βελτιωθεί. Αποτέλεσμα της πολιτικής αυτής, που απέβλεπε στην εξαφάνιση της παλιάς γαλλογερμανικής αντιζηλίας, ήταν το σύμφωνο του Λ., που μονογραφήθηκε εκεί τον Οκτώβριο του 1925 και υπογράφηκε τον Δεκέμβριο στο Λονδίνο. Η συνθήκη καταγγέλθηκε επίσημα από τον Χίτλερ το 1936, αλλά στην πραγματικότητα αποτελούσε νεκρό γράμμα από πολύ νωρίτερα. Μερική άποψη του Λοκάρνο, πολυσύχναστου τουριστικού κέντρου της Ελβετίας, με το καλύτερο κλίμα της χώρας. Πανοραμική άποψη της πλατείας Γκράντε, στο Λοκάρνο της Ελβετίας, λίγο πριν από την προβολή ταινίας, στα πλαίσια του διάσημου κινηματογραφικού φεστιβάλ που πραγματοποιείται κάθε χρόνο στην πόλη (φωτ. ΑΠΕ).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …   Dictionary of Greek

  • κινηματογράφος — Μέσο έκφρασης και παρουσίασης, το οποίο χρησιμοποιεί την τεχνική της αποτύπωσης ακίνητων εικόνων σε φιλμ και της προβολής τους σε οθόνη, μέσω τεχνικών διαδικασιών, οι οποίες δημιουργούν την ψευδαίσθηση της κίνησης. Τα κύριαφαινόμενα που συντελούν …   Dictionary of Greek

  • Μπριάν, Αριστίντ — (Aristide Briand, Νάντη 1862 – Παρίσι 1932). Γάλλος πολιτικός. Παρουσιάστηκε στην πολιτική ως εκπρόσωπος του σοσιαλιστικού κόμματος (ιδρύοντας, μαζί με τον Ζορές, την εφημερίδα Humanite), αργότερα όμως αποχώρησε μαζί με τον Μιλεράν και τον… …   Dictionary of Greek

  • Βιλστέτερ, Ρίχαρντ — (Richard Willstätter, Καρλσρούη 1872 – Λοκάρνο 1942).Γερμανός χημικός. Σπούδασε χημεία στο Μόναχο, με καθηγητή τον Άντολφ φον Μπέγερ, και αργότερα δίδαξε στο πανεπιστήμιο της Ζυρίχης, στο Ινστιτούτο Κάιζερ Γουλιέλμου του Βερολίνου και στο… …   Dictionary of Greek

  • Γκεόργκε, Στέφαν — (Stephan George, Μπιντεσχάιμ 1868 – Λοκάρνο 1933). Γερμανός ποιητής. Θεωρείται ο σημαντικότερος παρακμιακός (decadent) ποιητής της Γερμανίας, μετά τον Χόφμανσταλ και τον Ρίλκε. Το έργο του, γέννημα της αντίθεσής του στον ποιητικό νατουραλισμό και …   Dictionary of Greek

  • Κλέε, Πάουλ — (Paul Κlee, Μίνχεμπουχζεε, Βέρνη 1879 – Μουράλτο, Λοκάρνο 1940). Ελβετός ζωγράφος. Συγκαταλέγεται μεταξύ των πρωτοπόρων της μοντέρνας ζωγραφικής. Το έργο του χαρακτηρίζεται από τις λεπτές και ενίοτε ειρωνικές μορφές της ζωγραφικής και των σχεδίων …   Dictionary of Greek

  • Ματζόρε, Λίμνη — (ιταλ. Lago Maggiore, γαλλ. Lac Majeur). Λίμνη (212 τ. χλμ.) της βόρειας Ιταλίας και της Ελβετίας. Βρίσκεται πίσω από την αλπική ζώνη στις περιοχές της Λομβαρδίας και της Πιεμόντε· ονομάζεται επίσης και Βερμπάνο (Verbano). Βρίσκεται σε ύψος 193 μ …   Dictionary of Greek

  • Ρεμάρκ, Έριχ Μαρία — (Remarque, ψευδώνυμο του Erich Maria Kramer, Όσναμπρικ 1898 – Λοκάρνο 1970). Γερμανός συγγραφέας. Γνώρισε τεράστια επιτυχία με το μυθιστόρημα Τίποτα το νεότερο από το Δυτικό Μέτωπο (1929), συντριπτικό ντοκουμέντο εναντίον του μιλιταρισμού και του …   Dictionary of Greek

  • Ρίχτερ, Χανς — (Richter, Βερολίνο 1888 – Λοκάρνο, Ελβετία 1976). Γερμανός ζωγράφος, σκηνοθέτης, και θεωρητικός του κινηματογράφου και ένας από τους μεγαλύτερους πειραματιστές κινηματογραφικής αισθητικής. Ξεκινώντας από ζωγραφικές εμπειρίες του αφηρημένου… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”